Ντι Πον ντε Νεμούρ, Ελετέρ Ιρενέ — (Eleuthere IreneeDu Pont de Nemours, Παρίσι 1771 – Φιλαδέλφεια, ΗΠΑ 1834). Αμερικάνος βιομήχανος, γαλλικής καταγωγής. Ήταν γιος του Πιερ Σαμουέλ Ντι Πον ντε Νεμούρ (βλ. λ.). Τελείωσε τις πρώτες σπουδές του στη Γαλλία, με καθηγητή τον μεγάλο… … Dictionary of Greek
Ντι Μπαρί, Ζαν Μπεκί — (Jeanne Becu Du Barry, 1743 – 1793). Ευνοούμενη του βασιλιά της Γαλλίας Λουδοβίκου IE’. Κόρη της Αν Μπεκί και κάποιου μοναχού, εγκαταστάθηκε σε μικρή ηλικία στο Παρίσι, όπου έζησε με διάφορα ονόματα και έγινε ερωμένη του κόμη Ιωάννη ντι Μπαρί. Ο… … Dictionary of Greek
ντι ντι τι — το άκλ. συντομογραφία ισχυρού εντομοκτόνου που χρησιμοποιήθηκε ευρύτατα παλαιότερα, αλλά αντικαταστάθηκε σταδιακά εξαιτίας τών βλαβερών επιδράσεών του στο περιβάλλον. [ΕΤΥΜΟΛ. < αγγλ. DDT, αρχικά τών λ. dichloro diphenyl trichloro ethane] … Dictionary of Greek
Ντι Μοριέ, Ντάφνε — (Daphne Du Maurier, Λονδίνο 1907 – 1989). Αγγλίδα συγγραφέας. Άρχισε από νεαρή ηλικία να γράφει ποιήματα και διηγήματα. Γνωστά έργα της είναι: Ερωτικό πνεύμα (1913), Δεν θα είμαι πια νέα (1933), Ταβέρνα στη Τζαμάικα (1936) και Ρεβέκκα (1938) που… … Dictionary of Greek
Ντι Μπελέ, Ζοασέν — (Du Bellay, Λιρέ 1522 – Παρίσι 1560). Γάλλος ποιητής. Σπούδασε στο Πουατιέ και έπειτα στο Παρίσι, όπου συνδέθηκε με τους ουμανιστικούς κύκλους, ιδιαίτερα με τον Ρονσάρ και άλλους νέους ποιητές της ομάδας που αργότερα πήρε την ονομασία Πλειάδα.… … Dictionary of Greek
Ντι Πον ντε Νεμούρ, Πιερ Σαμουέλ — (Du Pont de Nemours, Παρίσι 1739 – Ιλιουτίριαν Μιλς, ΗΠΑ 1817). Γάλλος οικονομολόγος και πολιτικός. Υπήρξε οπαδός του Φρανσουά Κενέ και υποστηρικτής των φυσιοκρατικών ιδεών, κατά τις οποίες η γη είναι η μόνη πηγή πλούτου και η ευτυχία της… … Dictionary of Greek
Τζιότο ντι Μποντόνε — (Giotto di Bondone, Κόλε ντι Βεσπινιάνο, Φλωρεντία 1266 – Φλωρεντία 1337). Ιταλός ζωγράφος, ψηφιδογράφος και αρχιοικοδόμος. Μαθητής του Τσιμαμπούε, τον οποίο (όπως αναφέρει η παράδοση και ο ίδιος ο Δάντης σε ένα περίφημο κομμάτι του Καθαρτηρίου)… … Dictionary of Greek
Πιέρο ντι Κόζιμο, Πίρο ντι Λορέντσο ο επονομαζόμενος– — (Piero di Cosimo, Φλωρεντία 1462 – 1521). Ιταλός ζωγράφος. Ήταν προικισμένος με αξιόλογη χρωματική ευαισθησία και με πρωτότυπη και λυρική ιδιοσυγκρασία. Μαθητής του Κόζιμο Ροσέλι, συνεργάστηκε μαζί του στις νωπογραφίες της Καπέλα Σιστίνα στη Ρώμη … Dictionary of Greek
Ματέο ντι Τζοβάνι — (Matteo di Giovanni, 1430 – 1495). Ιταλός ζωγράφος. Δεν υπάρχουν βιογραφικά στοιχεία για τα πρώτα χρόνια του βίου του, το βέβαιο όμως είναι ότι βρισκόταν στη Σιένα από το 1453. Το πρώτο του έργο με τίτλο Η Παναγία με τους Αγίους, που βρίσκεται… … Dictionary of Greek
Μπίτσι ντι Λορέντσο — (Bicci di Lorenzo, 1373 1452). Ιταλός ζωγράφος. Ήταν καλλιτέχνης με μεγάλη δραστηριότητα μεταξύ του 1416 και του 1446. Η ζωγραφική τεχνοτροπία του ανάγεται σε παλιότερες ζωγραφικές αντιλήψεις, κυρίως των Λορέντσο Μόνακο και Τζεντίλε ντα Φαμπριάνο … Dictionary of Greek